ἀποκλειέτωσαν

ἀποκλειέτωσαν
ἀποκλείω
shut off from
pres imperat act 3rd pl

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • μονοπάτι — το (ΑΜ μονοπάτιον, Μ και μονοπάτιν και μονόπατον) στενό και δύσβατο δρομάκι στο ύπαιθρο ή σε ορεινή περιοχή, σχηματισμένο από τη συχνή διάβαση, στο οποίο μπορεί να βαδίζει ένας μόνο άνθρωπος ή ένα ζώο, ατραπός («τὰς δὲ δημοσίας ὁδούς καὶ τὰ… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”